Μαρία Λογοθέτη
Μαρία Λογοθέτη, Πριν και μετά, Λιβάνης 2011, σελ. 142
Η ποιητική συλλογή της Μαρίας Λογοθέτη «Πριν και μετά» γράφηκε πριν αλλά εκδόθηκε μετά, μετά το θάνατό της. Ο σύντροφος στη ζωή της και συμπαραστάτης στα δύσκολα τελευταία χρόνια της, ο σύζυγός της Γιώργης Σερκεδάκης, έσκυψε με αγάπη πάνω στα χειρόγραφα που άφησε, ταξινόμησε τα ποιήματα, πολλά τα τιτλοφόρησε, και τα εξέδωσε. Η Μαρία Λογοθέτη (1950-2009), γιατρός στο επάγγελμα, αντιμετώπισε με θάρρος, αξιοπρέπεια και εγκαρτέρηση δύο αρρώστιες που της ήλθαν απανωτά στη ζωή, ένα λέμφωμα το 1993 και σκλήρυνση κατά πλάκας το 2000. Ο Γιώργης Σερκεδάκης, συμβολικά όπως αναφέρει, προσφέρει τα συγγραφικά δικαιώματα στην Ελληνική Εταιρεία Κατά Πλάκας Σκλήρυνση.
Η ποίηση της Λογοθέτη είναι απαισιόδοξη. Παρόλο που είχε ήδη από το 1973 συμμετάσχει σε συλλογική ποιητική έκδοση και είχε βραβευθεί από την Εταιρεία Ελλήνων Ιατρών Λογοτεχνών, υποπτευόμαστε ότι ένα μεγάλο μέρος των ποιημάτων της γράφηκε κάτω από το πρίσμα του αναπόφευκτου τέλους. Ενός τέλους που είναι αναπόδραστο για όλους, αλλά που λίγοι το συνειδητοποιούν. Γράφει η Λογοθέτη στο ποίημα «Μια σταλίτσα»
«Μια σταλίτσα ήτανε
μέχρις εδώ η ζωή
κι ο θάνατος
πάνω πάνω στο καπέλο μας
να διαθλάται στη σκιά μας
λίγο πίσω
λίγο μπροστά
έτσι που να μην μπορούμε
να διακρίνουμε» (σελ. 32)
Όμως η ίδια, με την περιπέτεια της υγείας της, το έχει συνειδητοποιήσει: Στο ποίημα «Μα τι νομίζεις», το πρώτο ποίημα της συλλογής, γράφει:
«Μα τι νομίζεις,
ίσα ίσα αυτό είναι ο θάνατος:
μια σκούρα κηλίδα
στην προοπτική σου,
για να σε ξεχωρίζει
από τους υπόλοιπους,
που ανυποψίαστοι
παίζουν ακόμα
το παιχνίδι της ζωής» (σελ. 13).
Το τέλος του ποιήματος «Τα χέρια» είναι συγκλονιστικό:
«…δυο ηλίθιοι ξένοι
θα φροντίσουν τα περαιτέρω
σαν να μην είμαι πουθενά εγώ
κι αυτό, γιατί έχουν επιχειρήματα
όλα τα επιχειρήματα,
οι δικοί μου ισχυρισμοί
απλώς ψάχνουν ανάμεσα στα δάκρυα,
που δεν εννοούν να συμμορφωθούν» (σελ. 100-101).
Γράφοντας αυτές τις γραμμές αναρωτιέμαι: μπορεί να υπάρξει αισιόδοξη λογοτεχνία; Ήδη οι πρόγονοί μας είχαν συνειδητοποιήσει την τραγικότητα της ζωής, και την απεικόνισαν σε αξεπέραστα έργα. Μόνο η παραλογοτεχνία είναι a priori αισιόδοξη, παρηγορητική. Όσο για την κωμωδία, αυτή δεν είναι παρά ένα αντίδοτο, που δίνεται συνειδητά, όπως στις παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας, που παιζόταν μετά την παράσταση των τριών τραγωδιών. Και όχι τόσο η κωμωδία όσο το κωμικό σατυρικό δράμα, γιατί και η κωμωδία αντιμετώπιζε ζοφερές πλευρές της ζωής αλλά χιουμοριστικά, σαν για να τις ξορκίσει.
Η ευαισθησία της Λογοθέτη να διακρίνει πλευρές, να συλλαμβάνει αποχρώσεις, να εμβαθύνει στο έλασσον είναι διάχυτη σ’A όλη τη συλλογή. Αυτό όμως που θα μπορούσαμε να πούμε ότι την ξεχωρίσει είναι μια «αιρετική» θρησκευτικότητα, μια θρησκευτικότητα που, έχοντας ως αναφορά τον θεό, αποδέκτη πολλές φορές του λόγου της, ξεφεύγει από την θρησκευτική ποίηση όπως την έχουμε στο μυαλό μας. Ιδιαίτερα τα ποιήματα που έχουν ως θέμα την Μεγάλη Παρασκευή ξεχωρίζουν για την τολμηρότητα της έμπνευσης. Παραθέτουμε ολόκληρο το ποίημα που τιτλοφορείται «Μεγάλη Παρασκευή».
«Μην αφήσεις τόσο γρήγορα άδειο
το Σταυρό Σου, Θεέ μου,
μείνε λίγο ακόμα με τα καρφιά,
έχει όλο τον καιρό η Ανάσταση
να περιμένει,
οι προφητείες έχουν όλο τον καιρό
να επαληθευτούν,
μείνε λίγο ακόμα
μήπως και καταλάβουμε» (σελ. 31).
Το σατιρικό «Είδες λοιπόν» δίνει το μέτρο της δικής της ευλάβειας.
«Είδες λοιπόν,
που προϋπόθεση για να Σε πιστέψουμε
είναι η αποκατάσταση,
εκεί στηρίζεται όλη μας η αγάπη,
αν δεν αναστηθείς,
όλες οι αναζητήσεις μας
κι όλα Σου τα καρφιά
πάνε χαμένα» (σελ. 36).
Η ποίηση της Λογοθέτη είναι κατά βάση εικονοκλαστική. Εστιάζει σε εσωτερικούς χώρους, στους χώρους της σκέψης. Όμως υπάρχει μια εξαίρεση: το φεγγάρι. Δίνει τον τίτλο σε ένα ποίημα, υπάρχει στον τίτλο ενός άλλου, ενώ το συναντάμε και σε δύο τουλάχιστον ακόμη ποιήματα.
«Τα φεγγάρια
που νανούρισαν τις ελπίδες σου απόψε
μην τα κοιτάζεις άλλο,
ψεύτικα ήταν…» (σελ. 43).
Το ποίημα «Δεν ήταν φαίνεται» με εξέπληξε ευχάριστα, γιατί κι εγώ πρόσφατα, σε δικό μου κείμενο, έκανα μια ανάλογη ανατροπή του μύθου.
«Δεν ήταν, φαίνεται, πολύ πειστικές
οι Σειρήνες,
γεμάτα δισταγμούς τα τραγούδια τους
και τα αινίγματά τους όλα λυμένα
καμιά παρέμβαση στη φωνή τους
κι εγώ που ευχήθηκα
να παρασυρθώ
παρακαλούσα εις μάτην» (σελ. 23).
Μου έχει γίνει ιδεοψυχαναγκασμός να ανιχνεύω δεκαπεντασύλλαβους στη σύγχρονη ποίηση με τον ελεύθερο στίχο. Εδώ εντόπισα δύο: «Δε σώθηκες/ δεν πέθανα/ δεν είναι ύλη ωστόσο…» και «Δεν είχαμε άλλη επιλογή/ σου το ‘χουμε εξηγήσει».
Συγκινητική, κατανυκτική, γεμάτη ευαισθησία είναι η ποίηση της Μαρίας Λογοθέτη. Πιστεύουμε ότι θα τύχει της ανταπόκρισης που της αξίζει. Κρίμα να μη βρίσκεται στη ζωή να το χαρεί.
Μπάμπης Δερμιτζάκης